πληροφορητικός

πληροφορητικός
-ή, -όν, Μ [πληροφορώ]
αυτός που δίνει πλήρη βεβαίωση.
επίρρ...
πληροφορητικῶς Μ
πλήρως, τελείως.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”